Ομιλία του Υπουργού Εξωτερικών, κ. Νίκου Χριστοδουλίδη, στο 17ο ετήσιο συνέδριο του Economist στην Κύπρο, με θέμα
«Μπορεί η προοπτική της ειρήνης και της συνεργασίας να υπερισχύσει στην Ανατολική Μεσόγειο? Είναι η αφοσίωση στο διεθνές δίκαιο ικανή προϋπόθεση για επίτευξη συνθηκών ειρήνευσης στην περιοχή?»
Λευκωσία, 16 Νοεμβρίου 2021
Κυρίες και Κύριοι,
Αγαπητοί Φίλες και Φίλοι,
Θα ήθελα, καταρχάς, να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες προς τους διοργανωτές για την πρόσκληση και την ευκαιρία, μαζί με τον αγαπητό μου φίλο και εκλεκτό συνάδελφο, Νίκο Δένδια, να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε δυο βασικά, κεφαλαιώδη θεωρώ, ερωτήματα που άπτονται της καθημερινής ενασχόλησης μας, που μάλιστα αγγίζουν θεμελιώδεις πτυχές της εξωτερικής πολιτικής και των δύο χώρων μας, Κύπρου και Ελλάδας. Είναι για αυτό τον λόγο που η βασική θεματική της σημερινής συζήτησης καθίσταται ιδιαίτερα επίκαιρη.
Φίλες και Φίλοι,
Το πρώτο ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε είναι το κατά πόσο «Μπορεί η προοπτική της ειρήνης και της συνεργασίας να υπερισχύσει στην Ανατολική Μεσόγειο».
Η απάντηση είναι ΝΑΙ. Εξάλλου, όπως είναι γνωστό, είναι μια από τις βασικότερες μας επιδιώξεις, ένας από τους κυρίαρχους στόχους που Κύπρος και Ελλάδα συνειδητά, μέσα από συγκεκριμένο σχεδιασμό και πλάνο δράσης, προωθούν τα τελευταία χρόνια στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.
Ας δούμε όμως κάποια συγκεκριμένα παραδείγματα εξελίξεων που έχουν σημειωθεί την τελευταία διετία στην ευρύτερη περιοχή, που υποστηρίζουν αυτή μας την προσέγγιση:
Άλλες τέτοιες εξελίξεις είναι:
Υπάρχουν και πολλές άλλες εξελίξεις που μπορώ να αναφέρω.
Πριν από δυο μέρες, ήμασταν μαζί με τον Νίκο στα ΗΑΕ όπου είχαμε, μεταξύ άλλων, μια πολύ ουσιαστική και αποτελεσματική τριμερή συνάντηση με τον ομόλογο μας από τα ΗΑΕ, ενώ πραγματοποιήθηκε και η πρώτη κοινή συνάντηση με τους Υπουργούς Εξωτερικών της Αιγύπτου και της Ιορδανίας. Την Παρασκευή στην Αθήνα θα συναντηθούμε μαζί με τους ομολόγους μας της Γαλλίας και της Αιγύπτου, και σύντομα πιστεύω ότι θα προκύψουν και άλλα πολυμερή σχήματα προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της περιφερειακής συνεργασίας, με ενδεχόμενη, για παράδειγμα, συμμετοχή και της Ινδίας σε κάποιο εξ αυτών.
Όλες αυτές οι συναντήσεις, οι διαβουλεύσεις και τα απτά αποτελέσματα που προκύπτουν, κάποια των οποίων προανέφερα, δίνουν και την απάντηση στο πρώτο ερώτημα αυτής της ενότητας σε σχέση με την κατεύθυνση που εργάζονται η πλειοψηφία των κρατών της περιοχής με στόχο την επικράτηση συνθηκών ασφάλειας και συνεργασίας. Μάλιστα, όπως ανέφερα σε δημόσιες μου παρεμβάσεις και στο παρελθόν, όραμά και προσδοκία μας για την ευρύτερη περιοχή είναι, όταν οι πολιτικές συνθήκες το επιτρέψουν, να προχωρήσουμε στην σύσταση ενός Περιφερειακού Οργανισμού Ασφάλειας και Συνεργασίας - ενός Οργανισμού, όπου θα συμμετέχουν όλα τα κράτη της περιοχής, χωρίς αποκλεισμούς, και ο οποίος θα διαπνέεται από μια θετική προσέγγιση.
Η εγκαθίδρυση και λειτουργία του Ενεργειακού Φόρουμ στο Κάιρο που προανέφερα, είναι αν θέλετε ένα πρώτο βήμα, ένα καλό παράδειγμα προς την κατεύθυνση υλοποίησης του εν λόγω οράματος για την περιοχή.
Είμαστε λοιπόν αισιόδοξοι, και θεωρώ πως την ίδια εκτίμηση συμμερίζονται όλα τα συμμετέχοντα κράτη, πως η κουλτούρα συνεργασίας που αναπτύσσεται, είναι σε θέση να συμβάλει καθοριστικά σε ένα πιο προβλέψιμο και σταθερό περιβάλλον ασφάλειας. Κι αυτό, γιατί ανάμεσα στη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών της περιοχής, έχει δημιουργηθεί -εδώ και κάποια χρόνια- ένα κοινό έδαφος, μια κοινή ανάγνωση των προκλήσεων και των προοπτικών, αλλά και ένα κοινό όραμα για μια ευημερούσα Ανατολική Μεσόγειο.
Στο νέο αυτό περιβάλλον, είναι γεγονός ότι έχουν πλέον καλλιεργηθεί, σε σημαντικό βαθμό, σχέσεις καλής γειτονίας και έχει εμπεδωθεί μια νοοτροπία θετικής ατζέντας. Μέσα από αυτή την προσέγγιση, συλλογικός στόχος παραμένει η δημιουργία μιας κατάστασης αμοιβαίου κέρδους, παρά ενός παιχνιδιού μηδενικού αθροίσματος για τα κράτη της περιοχής.
Έρχομαι τώρα στο δεύτερο ερώτημα της Ενότητάς μας που αφορά στο κατά πόσο «Η αφοσίωση στο διεθνές δίκαιο είναι ικανοποιητική προϋπόθεση για επίτευξη συνθηκών ειρήνευσης στην περιοχή». Κατά πόσο δηλαδή, η αφοσίωση στο διεθνές δίκαιο είναι από μόνη της αρκετή για να επιτευχθούν συνθήκες ασφάλειας και συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.
Αναμφίβολά, ο αμοιβαίος, απαρέγκλιτος σεβασμός στις βασικές αρχές και νόρμες του διεθνούς δικαίου είναι απαραίτητη προϋπόθεση για έναρξη συζητήσεων, στο πλαίσιο της όποιας ενδεχόμενης συνεργασίας. Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι, κατ’ ελάχιστον, το διεθνές δίκαιο καθορίζει το απαραίτητο νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξάγονται οι όποιες συζητήσεις συνεργασίας. Είναι δηλαδή, το σημείο αναφοράς για όλα τα σύγχρονα, δημοκρατικά και ευνομούμενα κράτη, και ακόμη περισσότερο θα έλεγα για μικρά κράτη με σοβαρό εθνικό πρόβλημα, όπως είναι η Κύπρος.
Ερχόμενος, τώρα, ειδικά στις συνεργασίες που αναπτύσσονται στην περιοχή με στόχο την επίτευξη συνθηκών ασφάλειας και συνεργασίας, αναμφίβολα το διεθνές δίκαιο διαδραμάτισε βασική συνιστώσα για να ξεκινήσουν αυτές οι περιφερειακές συνεργασίες. Να αναφέρω, για παράδειγμα, ότι οι τρεις Συμφωνίες της Κύπρου για καθορισμό των θαλάσσιων της συνόρων για σκοπούς Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, με την Αίγυπτο το 2003, τον Λίβανο 2007 και το Ισραήλ το 2010, έγιναν σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και πιο συγκεκριμένα, την σχετική Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982. Μέσα στο ίδιο πλαίσιο, ξεκάθαρες αναφορές στην ανάγκη σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου περιλαμβάνονται σε όλες τις Κοινές Διακηρύξεις που ακολουθούν των Τριμερών Συνόδων Κορυφής που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα.
Παρόλα αυτά, ως ιστορικός (δεν είμαι νομικός), εάν ισχυριζόμουν ότι η πίστη, η προσήλωση και η αφοσίωση στο διεθνές δίκαιο ― το δεύτερο ερώτημα δηλαδή που καλούμαστε να απαντήσουμε στην Ενότητα αυτή ― είναι ικανοποιητική, αρκετή αν θέλετε, ως προϋπόθεση από μόνη της, για επίτευξη συνθηκών ασφάλειας και συνεργασίας στην περιοχή, δεν θα σας έδιδα ολόκληρη την εικόνα. Στο σημερινό, άναρχο διεθνές σύστημα, πολλοί άλλοι παράγοντες διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην συμπεριφορά των κρατών και αναμφίβολά αυτό ισχύει και για τα κράτη της ευρύτερης περιοχής.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, οι περιφερειακές συνεργασίες που αναπτύσσονται και έχουν ως απώτερο στόχο την κοινή αντιμετώπιση των όποιων προκλήσεων και την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των όποιων προοπτικών της περιοχής, είναι απότοκο, πέραν της προσήλωσης στο διεθνές δίκαιο - συμπεριλαμβανομένων του σεβασμού της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας κάθε χώρας - και άλλων παραγόντων όπως το κοινό όραμα για την περιοχή, η ίδια ανάγνωση γεγονότων, χαρακτηριστικά αξιοπιστίας, δείγματα γραφής συμπεριφορών, συμφέροντα, απειλές, σχέσεις καλής γειτονίας, οικονομικοί και εμπορικοί δεσμοί και προοπτικές, θετική ατζέντα, η απόρριψη προσεγγίσεων μηδενικού αθροίσματος, ακόμα και θρησκευτικές πεποιθήσεις ή και παραστάσεις που πηγάζουν μέσα από την ιστορία.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες, όπως και πολλοί άλλοι, είναι βασικές συνιστώσες της περιφερειακής συνεργασίας και διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη και την διαμόρφωση της σημερινής κατάστασης πραγμάτων.
Ως εκ τούτου, Φίλες και Φίλοι, η προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο από μόνη της δεν είναι αρκετή για να οδηγήσει σε συνθήκες Ασφάλειας και Συνεργασίας. Την ίδια στιγμή, όμως, η αφοσίωση και η προσήλωση στην αποδοχή και εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου είναι βασική προϋπόθεση για την έναρξη συζητήσεων της όποιας συνεργασίας και ειδικότερα όταν μιλάμε για την ευρύτερη μας περιοχή και τα συμμετέχοντα στους διάφορους σχηματισμούς που αναπτύσσονται, κράτη.
Από τις συνέργειες και την συνεργασία στην περιοχή, δυστυχώς, απουσιάζει η Τουρκία. Η ενσυνείδητη προσπάθεια αμφισβήτησης του Διεθνούς Δικαίου, η a-la-carte επίκληση του, οι πολιτικές που ακολουθεί οι οποίες έχουν ως βάση μια αναχρονιστική, αναθεωρητική προσέγγιση με νεοαποικιακά/νεοοθωμανικά χαρακτηριστικά και με την στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας να είναι το κυρίαρχο δεδομένο, έχουν οδηγήσει την Τουρκία εκτός των περιφερειακών συνεργασιών.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Τουρκία με την συμπεριφορά της, επιθυμεί την άσκηση ηγεμονίας στην περιοχή και όλες οι ενέργειες της αποτελούν μέρος της στρατηγικής της να κυριαρχήσει, εις βάρος των γειτονικών κρατών, θέτοντας έτσι την ειρήνη, την ασφάλεια και τη σταθερότητα της περιοχής σε υψηλό κίνδυνο.
Το μεγάλο ερώτημα που ενδεχομένως πρέπει να μας απασχολήσει είναι κατά πόσο η περιφερειακή συνεργασία που αναπτύσσεται στην ευρύτερη μας περιοχή, μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένη χωρίς την συμμετοχή μιας χώρας όπως είναι η Τουρκία. Προσθέτω, δηλαδή, ένα επιπλέον ερώτημα, για κάποιους ίσως προβοκατόρικο, στα δύο που κλήθηκα να απαντήσω με την παρέμβαση μου: Είναι η συμμετοχή της Τουρκίας προϋπόθεση για την περαιτέρω ανάπτυξη, θεσμοθέτηση και ολοκλήρωση της περιφερειακής συνεργασίας και για την επίτευξη του στόχου της Ασφάλειας και της Συνεργασίας στην περιοχή;
Αν ξεκινήσουμε από τη διαπίστωση ότι δεν μπορούμε, ευτυχώς ή δυστυχώς να αλλάξουμε τη γεωγραφία, φυσικά και επιθυμούμε την Τουρκία να είναι μέρος των περιφερειακών συνεργασιών. Η συμμετοχή της όμως και πολύ περισσότερο, η έναρξη των όποιων συζητήσεων προς αυτή την κατεύθυνση, εξαρτάται από την ίδια την Τουρκία και την εκπλήρωση από μέρους της Άγκυρας της βασικής προϋπόθεσης που θα επιτρέψει την έναρξη σχετικών συζητήσεων: Σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου και απτή απόδειξη μιας τέτοιας προσέγγισης μέσα από τον επίλυση του Κυπριακού στην βάση του συμφωνημένου πλαισίου.
Σας ευχαριστώ.
_________________
Φωτογραφίες ©ΓΤΠ, Σταύρος Ιωαννίδης